Στη Βερόνικα
Είπε
να πετάξει
Μα
μόλις έφτασε
Στο
χείλος για να ξανοιχτεί
Σε
γνώρισε
Διάλεγες
πάντα
ορθάνοιχτες
φτερούγες
να
τσακίσεις
Έτσι
δεν μας τελείωναν οι αντοχές
Ούτε
οι ορίζοντες
Κι
ο κόσμος πέρα απλώνεται
Ακόμα.
Ε.Λ.
Γνώρισε πολλά ρεμάλια στη ζωή της.
«Προοδευτικούς» καθοδηγητές, αλήτες δημαγωγούς,
εκσυγχρονιστές ανάλγητους. Τύπους που αντάλλασαν τα πάντα για το όφελος και το
κέρδος.
Γνώρισε γυναίκες που έννοιες όπως: ήθος, αλήθεια, ευθύτητα,
δεν είχαν να τους πουν τίποτα. Γυναίκες που έδιναν τον εαυτό τους για να ανέλθουν.
Γνώρισε πολιτικούς που εξαγόραζαν ψήφους ανταλλάσσοντάς τες
με φιάλες αίμα. Γνώρισε όλους εκείνους που τσαλαπατούν την αξιοπρέπεια των
αδύναμων με αντάλλαγμα μια θέση εργασίας.
Γνώρισε συνδικαλιστές πουλημένους.
Γνώρισε εργαζόμενους υποτελείς. Χαραμοφάηδες και ρουφιάνους.
Δεν τρόμαξε στη θέα τους όσο όταν συνάντησε εσένα.
Τι λιγότερο είχαν;
Εκείνοι φαίνονταν. Εσύ κρυβόσουν.
Κάλυπτες το σκοτάδι πίσω απ’ το δήθεν ηθικό σου ανάστημα. Η
προσωπική σου ικανοποίηση ήταν η μόνη αρετή αλλά δεν σου φαινόταν. Ηδονή σου
ήταν ο πόνος και η παράδοση των άλλων αλλά την ενέδυες με όμορφα λόγια.
Ήξερες να παίρνεις υποδυόμενος ότι δεν ζητάς ποτέ. Ήξερες να
απομυζήσεις και την τελευταία σταγόνα ψυχής και δύναμης ισχυριζόμενος ότι
βαδίζεις ακάλυπτος μακριά από τους ανθρώπους.
Πίσω απ’ το αξιόπιστο προσωπείο της ακεραιότητας, στεκόσουν
υπεράνω υποψίας, υποκριτής.
Αν αποκαλυπτόταν τ’ όνομά σου θα κατέρρεε το οικοδόμημα.
Ήσουν ιερέας, ποιητής, δάσκαλος, δικαστής και ήσουν επίορκος και ψεύτης.
Στα χέρια σου συνθλίβονται τα παιδιά ενός ήδη άρρωστου
κόσμου.
Κοιμήσου.
Δεν υπάρχει κίνδυνος να ονειρευτείς.
Εσύ δεν ξέρεις από όνειρα, ξέρεις μονάχα να κερδίζεις τους
προσωπικούς σου άδηλους στόχους.
ΥΓ... Κείμενο για το Λογοτεχνικό Σάββατο. Βασισμένο σε μια ιδέα, μια εικόνα και ένα θέμα της Veronica Marsa