Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Ταραντούλα… της Ελένης Λαδιά



Ένα βιβλίο γραμμένο για ν’ απαντήσει σε ερωτήματα
ή να γεννήσει μυριάδες τέτοια;


Διάβασα την Τ α ρ α ν τ ο ύ λ α της Ελένης Λαδιά απνευστί…

Ένιωσα πουλί που πετά ανάμεσα στις σελίδες του, νύμφη που αναδύεται από τις γραμμές του και ερώτημα που γράφεται εντός του.
Με κέρδισε.


Το κύριο πρόσωπο του έργου, ο αφηγητής-συγγραφέας, ο Ευμένης, είναι ένας μεσήλικας μυθιστοριογράφος που αποφασίζει να μην ξαναγράψει λογοτεχνία.
Ο λόγος απλός: η καθολική έκπτωση, η απουσία ιδανικών, η υποκειμενικότητα και ο ξεπεσμός στο χώρο της τέχνης του.
Παρ’ όλη την απόφασή του όμως, στο ταξίδι που πραγματοποιεί στο χωριό του με σκοπό να συγγράψει το μελέτημά του για τις χριστιανικές αιρέσεις, τα πρόσωπα του μυθιστορήματος που καταπιέζει μέσα του ξυπνούν και μπαινοβγαίνουν αυθαιρέτως στην πραγματικότητά του.
Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, πρέπει να γράψει.


Το βιβλίο, φαινομενικά, ακολουθεί τον δρόμο των παράλληλων διηγήσεων. Δεν είναι όμως έτσι. Εδώ η διήγηση ξεδιπλώνεται σε τρία επίπεδα, συμβολικά και πραγματικά, για να ενωθεί στην κορύφωση και την «από μηχανής λύση» της, σε έναν άλλο τόπο, τα απομεινάρια των ονείρων του συγγραφέα.

«Η λογική των ανθρώπων», το μελέτημα του Ευμένη για τις αιρέσεις, συγγράφεται στο πάνω πάτωμα του πατρικού του σπιτιού, όπως μας λέει ο ίδιος.
Η «Ταραντούλα», το νέο του μυθιστόρημα, γράφεται στο κάτω πάτωμα.
Η διήγηση του τοκετού της συγγραφής παράλληλα με την προσωπική συνάντησή του με το παρελθόν και το παρόν του «γράφεται» στον δρόμο.

Η τριαδικότητα του βιβλίου είναι το αρμόζον πλαίσιο για το θεολογικό θέμα που πραγματεύεται.

«Τρία πρόσωπα, μία ουσία, ο Θεός.»
«Τρεις διηγήσεις, ένα θέμα, ο άνθρωπος.».


Στο μελέτημα του Ευμένη, ξεδιπλώνεται καθαρά, με συμπυκνωμένο μα εύληπτο λόγο, η ανθρώπινη σκέψη, η αναζήτηση της αλήθειας, σφυροκοπημένη ανελέητα από το θεολογικό υπέρλογο.
Τα πρόσωπα και οι θεωρίες τους γίνονται προσιτά μέσα από τη γραφή της Ελένης Λαδιά. Οι αγωνίες τους, διάφανες. Οι θεωρίες τους αγγίζονται άλλοτε με σκεπτικισμό και ανθρώπινη κατανόηση κι άλλοτε με ξεκάθαρη επιστημονική προσέγγιση.
Ερωτήματα και απαντήσεις, ιστορικά στοιχεία και πρόσωπα, μεγάλοι αιρεσιάρχες και κινήματα, Πατέρες της Εκκλησίας και δογματικές αλήθειες της Ορθόδοξης Παράδοσης, στις σελίδες του βιβλίου, αποκαλύπτονται στον υποψιασμένο αναγνώστη που δεν είναι απαραίτητα και γνώστης του εκκλησιαστικού παρελθόντος και των δογματικών περιπετειών της χριστιανικής πίστης.

Στα βάθη της αναζήτησής του, ο Ευμένης, φτιάχνει την δική του αίρεση για να αναπαυθεί εντός της. Μάταια!
Παραληρεί ψιθυρίζοντας δογματικές αλήθειες, τραγούδι και φυλαχτό του νου συγκινητικό. Σαν να ομολογεί πίστη στην «Επί τη Κρήνη του Ύλα Σύνοδο», για την αγάπη των ανθρώπων και την μαρτυρία του συνομηλίκου Χριστού.

«Η λογική των ανθρώπων», από την πλευρά της επιστημονικής πληρότητας, θα μπορούσε πράγματι να αποτελεί ένα ξεχωριστό βιβλίο. Γραμμένο με τόση επάρκεια, όση μας έχει συνηθίσει η Ελένη Λαδιά στα αρχαιογνωστικά της μελετήματα, χωρίς να χάνει στο ελάχιστο η γλώσσα του από τα ωραία ελληνικά της συγγραφέως που τόσο γοητεύουν τους λάτρεις της Λογοτεχνίας.


Το δεύτερο και ομώνυμο μέρος του βιβλίου, η Ταραντούλα, γράφεται στο κάτω πάτωμα. Στο σκοτεινό υποσυνείδητο που ανακαλείται άλλοτε γλυκά και άλλοτε οδυνηρά στη μνήμη.
Εδώ πρωταγωνιστούν οι ένοικοι ενός τριώροφου σπιτιού, της πολυκατοικίας στην οποία διέμενε στο παρελθόν ο συγγραφέας.

Μια ζωγράφος και παλιά φίλη, η Στρατονίκη, αποτελεί το κύριο πρόσωπο της διήγησης. Μια γυναίκα αναλωμένη σε σαρκοβόρους έρωτες που ζωγραφίζει τρισυπόστατες θεές, σημείο αναφοράς και νοήματος. Ένας σάκος με βαριά μυστικά, τα μυστικά της, παραδίνονται στα χέρια του συγγραφέα.
Γύρω, τσακισμένα πουλιά, οι άνθρωποι, κι ακόμη πιο τσακισμένη εκείνη.
Εκείνη επιβαίνει στο άρμα της αδιόρατης θλίψης που όμως, παθολογικά, είναι κατάθλιψη.
Η τέχνη της γραφής αφήνει να φανούν οι αναπηρίες του έρωτα, ενός έρωτα άλλοτε σάρκινου και γήινου κι άλλοτε εκτεθειμένου και ασθμαίνοντος, χωρίς να προχωρά σε ηθικές κρίσεις.
Τριγύρω πάθη πολλά. Τα πάθη των ανθρώπων.
Φιλημένα στο στόμα με αγάπη, χωρίς κατάκριση. Χαϊδεμένα.
Η συγγραφέας τα προσεγγίζει με την απαλότητα και την συγχωρητικότητα ανθρώπου που κατανοεί τα βάθη και τα ύψη τους, τα αναδέχεται και τα μεταμορφώνει σε λόγο.


Το τρίτο επίπεδο του βιβλίου είναι ο δρόμος. Η καθημερινότητα και η σκέψη του Ευμένη. Τα πρόσωπα από το παρόν και το παρελθόν που μπαινοβγαίνουν στη ζωή και τη μνήμη. Άλλοτε ακάλεστα κι άλλοτε ανακλημένα από την μυστική διεργασία της έμπνευσης.

Πρόσωπα πραγματικά, πρόσωπα πλεγμένα με την αλληγορία και το μύθο, άλλα αλλοπαρμένα, συχνά αλλόκοτα, φιγούρες δύσμορφες. Άλλοτε πάλι πρόσωπα αγαπημένα, τρυφερά γνωστά, από τον συγγενικό, τον ερωτικό ή τον φιλικό κόσμο μιας παράξενης, μυστικής σχεδόν, φωτοσκίασης.


Τέλος δεν υπάρχει εδώ. Τα τρία επίπεδα του βιβλίου ενώνονται. Τα πρόσωπα του εισβάλουν στη ζωή του συγγραφέα. Οι πραγματικότητες των ηρώων σμίγουν σ’ έναν μυστηριακό και μανιώδη χορό γνώσης και λύτρωσης.
Η «λογική» και τα «πάθη» των ανθρώπων συμπλέκονται.
Παρόν και παρελθόν αλληλοπεριχωρούνται σε έναν ατέρμονο κύκλο.


Καθένας μας έχει θέση εκεί αν το θελήσει, μα και αν το μπορεί…


Ελένη Λιντζαροπούλου


Ελένη Λαδιά, Ταραντούλα, Εκδόσεις Εστία, 2008.

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Η γέννηση της πεταλούδας...



Κάποια μέρα που ο Δημιουργός ξεκουραζόταν, έριξε το βλέμμα του σε κάτι μικρά παιδιά που ξένοιαστα έπαιζαν παραπέρα.


Καθώς τα κοιτούσε άρχισε να σκέφτεται με θλίψη ότι τα παιδιά αυτά κάποια στιγμή θα μεγαλώσουν και θα γεράσουν. Τα χαριτωμένα κοριτσάκια θα γίνουν ρυτιδιασμένες γριούλες. Τα αεικίνητα αγοράκια θα γίνουν παππούδες που θα μετακινούνται με μπαστούνι. Ακόμα και τα παιχνιδιάρικα κουτάβια θα γίνουν γέρικοι σκύλοι. Τα τόσο όμορφα λουλούδια θα μαραθούν. Κι αυτά τα φύλλα από τα δέντρα θα πέσουν και θα ξεραθούν.


Αυτά σκεφτόταν ο Δημιουργός και γινόταν όλο και πιο λυπημένος. Ήταν φθινόπωρο και η σκέψη του χειμώνα, που ακολουθούσε, του βάραινε την καρδιά. Ο καιρός βέβαια ήταν ακόμα ζεστός, ο ήλιος έλαμπε, η φύση αναθαρρούσε απολαμβάνοντας τις τελευταίες ημέρες της ζέστης.

Ο Δημιουργός παρατήρησε το παιχνίδισμα του ήλιου πάνω στα φαιοκίτρινα φύλλα που χόρευαν στον απαλό άνεμο. Άπλωσε τη ματιά του στο απέραντο γαλάζιο του ουρανού, στο λευκό του φωτός έτσι όπως περνούσε μέσα από τα δέντρα, στο καφετί των γερασμένων κορμών…

Κοίταξε τη Δύση που έβαζε τα πορφυρά της για ν’ αποχαιρετήσει τη μέρα και ξαφνικά χαμογέλασε.

Όλα αυτά τα χρώματα δίνουν χαρά, σκέφτηκε. Θα φτιάξω κάτι που και εμένα θα κάνει χαρούμενο και θα το βλέπουν τα παιδιά και θα διασκεδάζουν.


Πήρε λοιπόν ο Δημιουργός την τσάντα του και άρχισε να μαζεύει χρώματα:


Μια νευρική κατακίτρινη ηλιαχτίδα

Μια χούφτα μπλε του ουρανού

Γέρικο λευκό από το περσινό χιόνι

Τον γκρίζο ίσκιο απ’ το μεσημεριανό παιχνίδι των παιδιών

Μαύρο απ’ τις πλεξούδες μιας όμορφης

Πολύ ντροπαλό κρινόλευκο

Φαιοκόκκινο ζεστό από τα φθινοπωρινά φύλλα

Πράσινο της μολόχας

Κατακόκκινο από τα φιλημένα χείλη των κοριτσιών

Μωβ από το ουράνιο τόξο

Πορτοκαλί από την προσμονή των αγοριών.



Αφού τα έβαλε όλα αυτά στην τσάντα του νόμισε ότι κάτι λείπει.

Ήθελε να φτιάξει το τέλειο, το παντοτινό, την ίδια την ομορφιά. Τη χαρά.

Πάνω στην βιασύνη του, κι αφού δεν έβρισκε κάτι πιο όμορφο μπροστά του, έβαλε μέσα στην τσάντα του τα πιο όμορφα τραγούδια των πουλιών.


Ευχαριστημένος τότε περπάτησε ως το σημείο που έπαιζαν τα παιδιά και τους είπε:

- Παιδιά, αυτό είναι για εσάς.

Τους έδωσε την τσάντα και συνέχισε:

- Ανοίξτε το, χαρείτε, ό,τι πιο όμορφο υπάρχει εκεί μέσα.


Τα παιδιά άνοιξαν την τσάντα και τότε αμέτρητες πολύχρωμες πεταλούδες ξεχύθηκαν έξω από αυτήν. Πέταξαν χορεύοντας γύρω από τα παιδιά, κάθισαν στα μαλλιά τους και ξανασηκώθηκαν πετώντας κατά κύματα από το ένα λουλούδι στο άλλο.


Τα μάτια των παιδιών έλαμψαν, οι ρυτίδες των γιαγιάδων απάλυναν, τα πόδια των παππούδων στυλώθηκαν. Οι γέρικοι σκύλοι άρχισαν να κυνηγούν τις ουρές τους.

Γοητευμένη η πλάση από το πανέμορφο τούτο θέαμα, σιώπησε, δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο.


Μέσα στη μαγεμένη εκείνη σιωπή, οι πεταλούδες άρχισαν να τραγουδούν με τις φωνές των πουλιών.

Ξαφνιασμένοι οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να κάνουν και χόρευαν, τα παιδιά χάζευαν χαμογελώντας, τα λουλούδια άνθιζαν.


Καθώς γίνονταν όλα αυτά, ένα τόσο δα μικρό πουλάκι, λυπημένο κι άλαλο, ήρθε πετώντας, κάθισε στον ώμο του Δημιουργού και του τιτίβισε με τη σκέψη του:


-Τσι τσι τσι τσι τσι…

Δεν είναι σωστό που έδωσες τα τραγούδια μας σε τούτα τα υπέροχα πλάσματα. Όταν μας δημιούργησες, είπες ότι κάθε πουλί θα έχει το δικό του τραγούδι που δεν θα το έχει κανένας άλλος. Τώρα έδωσες αλλού αυτά τα τραγούδια και μας τα στέρησες. Γιατί; Δεν είναι αρκετό που έδωσες στα πλάσματα αυτά τα πιο όμορφα χρώματα; Την ελαφράδα, τη χάρη… πρέπει να έχουν και τη δική μας φωνή;


- Έχεις δίκιο», είπε ο Δημιουργός «έδωσα σε κάθε πουλί από ένα τραγούδι και δεν έπρεπε να πάρω πίσω ό,τι σας ανήκει.».


Έτσι πήρε τα τραγούδια από τις πεταλούδες, τα ξαναέδωσε στα πουλιά και γι' αυτό από τότε εκείνες είναι σιωπηλές και, ίσως, και λίγο θλιμμένες.


Μα κι έτσι όμως, είναι τόσο, μα τόσο όμορφες…



Ινδιάνικος Μύθος


Διασκευή Ελένη Λ.




Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

17 Νοέμβρη: Σήμερα είναι αργία...


...Για τον χώρο της εκπαίδευσης.
Σχολεία και πανεπιστήμια κλειστά.

Σάββατο 14 με Τρίτη 17
και ελλείψει εργαστηρίου ή υποχρεωτικής παρακολούθησης...
το τετραήμερο, η τέλεια αφορμή για να ξεφύγεις.




Το τραγικό;
14 Νοεμβρίου ξεκινούσαν και τότε τα γεγονότα.
36 χρόνια πριν κι από κάτι προσπαθούσαν να ξεφύγουν και εκείνοι.


Κι αν η σύγκριση συνεχίζεται...

Τυχεροί ή άτυχοι;

Εκείνοι; ή εμείς;


Ήξεραν τον αντίπαλο. Ήξεραν τι διεκδικούσαν.


Πλανιόμαστε σε μια συνεχή ανασφάλεια και δεν ξέρουμε ποιον έχουμε απέναντι.


Βασανίστηκαν. Απειλήθηκαν. Τραυματίστηκαν. Έπεσαν νεκροί.


Ζούμε. Πεθαίνει η ψυχή μας. Οντότητες που δεν υπάρχουν όντως. Που χάνουν την αξία τους. Τη μοναδικότητά τους. Τον προσανατολισμό τους.


Τότε ο νεκρός που γίνεται ήρωας. Σήμερα ο νεκρός που γίνεται ζόμπι.


Την απάντηση δε θα τη δώσει το παρόν, κι ας προσπαθήσουν πολλοί, αλλά το μέλλον.


Τι πήραμε, τι θα δώσουμε;


Δεν προτείνω αγώνες. Δεν κατακρίνω στάσεις ζωής. Δε θέλω να γίνομαι γραφικός. Μια συνειδητότητα αποζητώ.

Εκεί, στο σημερινό πλέον βύθισμα, στο κρεβάτι, στον καφέ, στην παράταξη, στη δουλεά, στην άδεια σχολή, στην οποιαδήποτε υποχρέωση και στο οποιοδήποτε «θέλω» ας δώσουμε ένα λεπτό σε εκείνους τους ανθρώπους που τότε κάτι κυνήγησαν. Ας δώσουμε ένα λεπτό για να δούμε εμάς.

Τί πραγματικά θέλουμε; Τί πραγματικά μας θίγει; Τι πραγματικά μας ευχαριστεί; Τί ερωτευόμαστε; Τί μισούμε;
Ας δούμε το διπλανό μας. Είναι εκεί. Ας τον σεβαστούμε. Ας ζητήσουμε να μας σεβαστεί. Βαρέθηκα να χάνουμε την καθημερινότητα στην ψευτιά, την υποκρισία, τη σύμβαση. Το βόλεμα. Τον ωχαδερφισμό.

Επίκαιρος επιδιώκω να είμαι.

Αφορμή το σήμερα, κι όχι μια ξερή επέτειος.


Δε θα πω κάτι απλά για τη 17 Νοέμβρη. Η τύχη της εποχής μας είναι ότι μπορείς να ενημερωθείς για οτιδήποτε οποτεδήποτε. Κι αφορμή δε θεωρώ την επέτειο για τέτοιες αναζητήσεις ιστορικών γνώσεων. Το διαδίκτυο και τα βιβλία είναι πάντα εδώ και η επετειακή ετήσια προσέγγιση, μου βγάζει σχολικά σπυράκια.

Ας δούμε την ατυχία μας όμως.
Τί δε βλέπουμε; Τι δεν μπορούμε να δούμε;
Ας αναζητήσουμε την ουσία των πραγμάτων. Ας δώσουμε απάντηση στα ερωτήματά μας. Δεν γίνεται, όλοι έχουμε απορίες.
Ας κάνουμε την επέτειο ουσία. Το σήμερα επέτειο. Ας γιορτάσουμε τη σημερινή μέρα για εμάς. Κι ας αλλάξουμε.
Και στην προσωπική αλλαγή, ας βρούμε τη συνολική. Ας βρούμε τους ανθρώπους που αγωνίστηκαν τότε, κι ας αντιδράσουμε κι εμείς.
Ανήκουμε σε μια κοινότητα, σε μια ομάδα, σε μια σχέση. Ας τις βελτιώσουμε.
Ας βελτιώσουμε εμάς, για να βελτιωθεί κι ο άλλος.
Από τη σύμβαση, στη συνείδηση κι αργότερα στη σύγκρουση.



Κ. Β.



Από το
my aegean την Φοιτητική Δικτυακή Πύλη του Πανεπιστημίου Αιγαίου.


Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Μπαχάρι… Κανέλλα… Φιλί…


7/11/2003

Cine Hi Life στον Πειραιά…
Βλέπαμε την Πολίτικη Κουζίνα.

Μετά από λίγες μέρες ήρθε στα χέρια μου από σένα η μουσική της.

Με κανέλλες και μπαχάρια, όπως της άξιζε…

Μπαχάρι Κανέλλα Φιλί… έγραφες.


Έτσι ήσουν πάντα… πρόσεχες και την παραμικρή λεπτομέρεια.

Ήσουν η πρώτη που θα τηλεφωνούσες στις γιορτές και τα γενέθλια.

Πρωί-πρωί…

Αργότερα, λίγο πριν το τέλος, όλες ξέραμε…
Αν δεν έπαιρνες πρωί-πρωί, όπως πάντα, σήμαινε ότι δεν ήσουν καλά… ότι οι χημειοθεραπείες σε είχαν τσακίσει, ότι πονούσες…

Δεν ήθελες να σε λυπούνται… ποτέ. Ακόμη και όταν έλεγες: «δεν είμαι καλά», το έλεγες κάπως… δεν ήταν μίζερο, ήταν αξιοπρεπές.
Σε τσάκιζαν οι χημειοθεραπείες…

Αυτό που σε τσάκιζε πιο πολύ απ’ όλα όμως, ήταν που οι άνθρωποι την αξιοπρέπεια την ερμηνεύουν ως αντοχή ή σκληρότητα.

«Μπράβο…μπράβο…δεν έχεις ανάγκη εσύ, αντέχεις.»

Ύστερα κύλησε ο καιρός, σαν δάκρυ… έφυγες.


Μείναμε εμείς οι υπόλοιπες… μ’ ένα: «αχ, ρε Σία…» διαρκώς στα χείλη, μ’ ένα θυμό και να μην ξέρουμε τι να πούμε στη μάνα σου.


Τις φίλες μου, έλεγα, τις έχω διαλέξει με casting...
Εσύ όμως, με διάλεξες.
Δεν το είπα ποτέ... μα έτσι είναι.

Μας διάλεξες μία-μία… μας έδεσες με την πολύχρωμη ιδιαιτερότητα μας σ’ ένα υφάδι σφικτό και πολύτιμο.
Το στημόνι ήσουν εσύ. Δεν το καταλαβαίναμε…

Πριν λίγες μέρες είχες γενέθλια…
Τηλεφωνηθήκαμε οι άλλες μεταξύ μας... σα να σε γιορτάζαμε...
Την Έλη την πήρα την προηγούμενη μέρα… τι να της έλεγα;
Της τηλεφωνώ κάποτε-κάποτε… μιλάμε για σένα, για τα παιδιά…
Τι να της πω όμως;
Είναι κι αυτή σαν κι εσένα…
Όταν την ακούω να μιλά…

Αδελφή σου θα μου πεις… φυσικό να μοιάζετε.

Μπαχάρι… Κανέλλα… Φιλί…

«Με μια χούφτα μπαχάρι έφυγες

Μες την αγορά μια σκιά...μια σκιά»



Από κοράκου στόμα... βγαίνει μόνο κρα.



«Από κοράκου στόμα, βγαίνει μόνο κρα…», έλεγε ο παππούς μου, «κι απ’ τα σκουπίδια, αποφορά.»…


Κι αφού δεν καταλάβαινα, συμπλήρωνε: «Άμα τσιγκλάς το γάιδαρο, πορδές θ’ ακούσεις.»…


Προσπαθώ να μην κατατάσσω τους άλλους και να έχω την υπομονή να περιμένω…

Όμως κρα ακούω… κρα και, δυστυχώς, σοφή δεν γίνομαι.


Λάθος μέγα…


Δεν έμαθα ακόμη τι μπορώ να περιμένω… δεν έπαψα ακόμη να ελπίζω…


Αυτό είναι το μεγαλύτερο μου λάθος…


Επαναλαμβανόμενο και παιδαριώδες πια… που η συνειδητοποίησή του, καιρός είναι, να δυναμώσει τις αντιστάσεις μου.


Διότι ο καθείς είναι αυτό που είναι και χαμένοι όσοι από μας περιμένουμε από κάποιους κάτι καλύτερο από αυτό που μπορούν.


Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Καταφύγιο στο Καπνιστήριο... Γενική Συνέλευση Εργαζομένων ή ο Συνδικαλισμός του «τίποτα»…



Είναι κάτι μέρες που τα περιμένεις όλα και δεν έρχεται τίποτα κι είναι και κάτι άλλες που το τίποτα είναι μικρή λέξη για να περιγράψει αυτό που συμβαίνει…

Ξαφνικά πιάνει καταρρακτώδης βροχή…
Τρέχεις να βρεις υπόστεγο για τις λέξεις σου…
Υπόστεγο για τις απόψεις σου…
Υπόστεγο για τη θλίψη…

Σήμερα, με χαρά, αποφάσισα να συμμετάσχω στη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Εργαζομένων του Δήμου στον οποίο πολύ πρόσφατα εργάζομαι ως ωρομίσθια.
Όχι ότι δεν έχω προηγούμενη εμπειρία στο συνδικαλισμό αλλά… ήλπιζα ότι τα πράγματα θα έχουν λίγο αλλάξει…
Λίγο βρε αδελφέ… λίγο. ....

Τώρα θα μου πείτε γιατί ήλπιζα ότι θα έχουν αλλάξει θετικά;
Ναι, αυτό είναι ένα σοβαρό ερώτημα και ένα κέντρισμα για το μυαλό μου.

Εκτός λοιπόν από την… «αυτονόητη» καθυστέρηση έναρξης της διαδικασίας…
Εκτός από το σύνηθες παραταξιακό «μπάχαλο» όπου ο ένας αξίωνε να μιλά «πάνω» στον άλλο…
Εκτός από την απουσία αυτού που, κάποιοι, ονομάζουμε πολιτισμό της καθημερινότητας…
Τις ειρωνείες που εκτοξεύονταν ένθεν κακείθεν αφειδώς…
Την ψευτομαγκιά, την χυδαιότητα, την αρτηριοσκλήρυνση, την συμπεριφορά «της πιάτσας», τις κατευθυνόμενες τοποθετήσεις, την αποφυγή της ουσίας, την εξαγριωμένη «πλέμπα»… Το ορθό που «χάνεται» και εκπίπτει τελικά, εξαιτίας της απουσίας στοιχειώδους καλής συμπεριφοράς από τους ανθρώπους που δηλώνουν, ίσως και ψευδώς, ότι το υπερασπίζονται…

....
Εκτός από όλα αυτά... ένιωσα μόνη και αόρατη.

Θα ήταν κι άλλοι εκεί που τους ενοχλούσε αυτό που συνέβαινε… είναι βέβαιο. Η πλειοψηφία όμως, ακολούθησε και συντάχθηκε με το ένα ή το άλλο «τίποτα»…
Ούτε για ένα λεπτό δεν σκέφτηκαν, οι περισσότεροι, να συγκλίνουν με γνώμονα το κοινό καλό…

Θα μου πείτε: «Κι εσύ που ισχυρίζεσαι ότι το σκέφτηκες, γιατί δεν τοποθετήθηκες;»

Προσπάθησα καλοί μου φίλοι… σήκωσα το χεράκι μου για να μιλήσω, σεβόμενη τον εαυτό μου και τους άλλους, αλλά για τον πρόεδρο της Συνέλευσης είμαι αόρατη… Δεν με ξέρει και εξ αυτού υποθέτει ότι δεν ανήκω στην παράταξή του… άρα δεν μου δίνει το λόγο.
Προσπάθησα επίσης να ψηφίσω εκείνη την πρόταση που έβρισκα πιο ορθή, ανεξάρτητα από πού προερχόταν… Πάλι νομίζω ότι ήμουν αόρατη… εγώ και πολλοί άλλοι φυσικά…

Βλέπετε οι συνδικαλιστές, στην πλειοψηφία τους, νομίζουν ότι νομοθετούν και φέρονται ως να έχουν εξουσία την οποία δυστυχώς τους την εκχωρούν οι εργαζόμενοι από κεκτημένη ταχύτητα, από συνήθεια ή από αδιαφορία…

Δεν ξέρω γιατί τα γράφω όλα αυτά…

Χάνω τις ελπίδες μου κάτι τέτοιες ώρες για το μέλλον αυτής της χώρας…
Θολώνει ο νους μου… και θέλω να πάω κάπου να κρυφτώ.

Θέλω να κρυφτώ στον τόπο της ουσίας, της πολιτισμένης ανταλλαγής απόψεων, των επιχειρημάτων και του σεβασμού…

Αυτόν τον τόπο σήμερα τον βρήκα στο καπνιστήριο της αίθουσας συνελεύσεων…

Εκεί, ήπια έναν καφέ κι αντάλλαξα κάποιες απόψεις με δύο γνώριμες μου κοπελιές και τώρα πια συναδέλφους.

Εκεί… σ’ αυτή την πολύ μικρή κουβέντα μας, αναγνωριστήκαμε… και, δεν ξέρω εκείνες, αλλά εγώ βρήκα καταφύγιο για τις λέξεις, τις απόψεις και τη θλίψη μου…


Εκεί η βροχή δεν τα παρέσυρε όλα στο διάβα της… εκεί οι απόψεις βρήκαν υπόστεγο στον αλληλοσεβασμό και την διάθεση για επικοινωνία.
«Εμείς δώσαμε τα φώτα στον πολιτισμένο κόσμο…», λέει ένας καλό φίλος,
«κι απομείναμε στο σκοτάδι.»
Έτσι είναι… έτσι και όχι αλλιώς, ό,τι και να μου πούνε.

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

Νυχτερινός περίπατος...




Περπατώ στη γυμνή νύχτα

Ένας λαχανιασμένος άνεμος, μου δείχνει το δρόμο.

Πορεύεται και επιμένει

Το φως θα έρθει.


Το ανδρικό κορμί που βαδίζει εμπρός μου

φέρει στους ώμους του τη γνώση.


Ένδυμα βεβαιότητας,

σιωπή ετοιμότητας,

σταθερότητα περπατησιάς.


Εκτεθειμένο από παντού,

διασχίζει συμπαντικές λεωφόρους,

διεισδύει ορμητικά στην ουσία,

φλέγεται.


Το ανδρικό κορμί που βαδίζει εμπρός μου

είναι η αντανάκλαση του παντός

μέσα μου.



Ελένη Λ.




Η φωτογραφία είναι του Yanni από το DPGR


Ο Μάνος Χατζιδάκις για την παράδοση...

Ο Μάνος Χατζιδάκις για την παράδοση...
Ένα κείμενο επίκαιρο, αντίδοτο στην βλακεία που διεκδικεί εύσημα πατριωτισμού... με ένα "κλικ" στην εικόνα διαβάστε το...

Μάθε πόσο μετράει η υπογραφή σου...