Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Αμαλία malpractice


Στην Ρούλα που αφουγκράζεται…

Στους θαυμάσιους επιστήμονες και ανθρώπους που ήταν δίπλα της μέχρι το τέλος...

Σ' εκείνους που έκαναν την υπόθεση της Αμαλίας θέμα τους...



Το έχω πει και παλιότερα... Δεν πίστευα ποτέ ότι θα έγραφα για κείνην.

Περιφερόμουν στα ιστολόγια, έβλεπα ότι μιλούν ακόμη για την Αμαλία… ότι την έχουν στα «ανοιχτά θέματα» και χαιρόμουν…

Αυτό ήθελε. Να ανοίξει «το θέμα», να δείξει την κατάσταση στο χώρο της υγείας, να καυτηριάσει την χυδαιότητα πολλών εκπροσώπων του ιατρικού χώρου αλλά και να μιλήσει για κείνους τους
«ορκισμένους γιατρούς» και το νοσηλευτικό προσωπικό, που στέκονται με ανθρωπιά και επιστημοσύνη πλάι στον ασθενή.

Δεν ήθελε τον οίκτο και την συμπόνια. Δεν ήθελε δάκρυα...

Ήταν της Sambuka... δεν ήταν του χαμαίμηλου. Κάπνιζε πουράκια... δεν κάπνιζε slim line. Δεν φιλολογούσε, έπραττε.


Σα να ακούω τη φωνή της…
«Μη με πεις φιλόλογο», έλεγε, «γιατί θα σε πω πουτάνα». Και την έλεγα φιλόλογο…

Κάποτε, σχετικά κοντά στη μέρα του θανάτου της, κοντέψαμε να ρίξουμε κάτω το μπαλκόνι από τα γέλια. Αυτή ήταν.
Ούτε την ώρα που πέθαινε δεν προκάλεσε τον οίκτο κανενός. Είχε απόλυτη διαύγεια μέχρι το τελευταίο λεπτό. Το σώμα της ήταν ένας πελώριος πόνος, κι όμως… Αυτή ήταν.

Ήταν ο μόνος άνθρωπος που δεν τόλμησα ποτέ μπροστά της να μιλήσω για το Θεό. Την ντρεπόμουν...


Θυμάμαι τελευταία, τις μέρες της μεγάλης δημοσιότητας, κάποια συνονόματή μου της έγραψε κάτι «θλιμμένα» κι έλαβα ένα mail που με ρώταγε… αν είμαι καλά. Φοβήθηκε μήπως είχα σοκαριστεί από τις συνεντεύξεις της, γιατί σε μας ποτέ δεν ήταν τόσο αναλυτική με την αρρώστια της. Να μη μας πληγώσει. Να μη μας ταράξει. Να μη μας φοβίσει.




Ούτε τη Ρούλα δεν άφησε να δει την αγωνία της… παρά μόνο μία φορά κι αυτό για χάρη της άλλης και όχι δική της. Για να επουλώσει την ανάγκη της άλλης, την ανάγκη της αγαπημένης φίλης, που ήθελε κι αυτή μια φορά να κρατήσει την ατίθαση ψυχή της στα χέρια της, να την κανακέψει…


Κάποια στιγμή, πριν λίγο καιρό, με είχε πιάσει κρίση έλλειψης… ένα στερητικό του χιούμορ της… της σαρωτικής παρουσίας της. Ενώ είχα ορκιστεί ότι δεν θα το κάνω ποτέ, έγραψα στο malpractice. Ήθελα να της γράψω ότι μου λείπει. Λες και θα το διάβαζε. Ήμουν σε τέτοια φάση, που πήγα και έγραψα «μου λείπεις» και σ’ ενός άλλου ανθρώπου το ιστολόγιο που της είχε ένα αφιέρωμα… φανταστείτε τι έπαθε ο Χριστιανός. Ευτυχώς το σώσαμε.

Αν ζούσε… θα μου έκανε τατουάζ στο μέτωπο… «είσαι μαλάκας… είσαι μαλάκας». Αυτή ήταν...

Από τη μέρα που έγραψα στο malpractice-ήθελα βλέπετε να έχω την ψευδαίσθηση της επικοινωνίας-άρχισα να λαμβάνω σε αναφορές mail όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις σχολίων που γράφτηκαν μετά τη δική μου. Έπαθα και παθαίνω σοκ… Οι άνθρωποι πάνε και αφοδεύουν στον τοίχο της… Έπαθα σοκ.

Τόση βλέννα, τόσα ξεράσματα, τόσα περιττώματα... Έπαθα σοκ.
Ό,τι ανόητο, ασυνάρτητο, άσχετο, ηλίθιο, χυδαίο, σιχαμερό, έχει μέσα του ο καθένας πάει και το αφήνει εκεί. Έπαθα και παθαίνω σοκ.

Τελικά είμαστε πολύ άρρωστοι
«οι υγιείς». Πολύ.





Υπάρχουν φυσικά κι άλλοι που γράφουν στο ιστολόγιό της γιατί την θυμούνται…
Γράφουν ακόμη στην Αμαλία...
Νιώθουν οικειότητα...
Μοιράζονται μαζί της αγωνίες και φόβους.
Πολλές φορές με τρομάζουν… ανησυχώ γι αυτούς… για τη ζωή τους.

Χτες ακόμη, κάποιος της ζήτησε να δώσει φιλιά στον πατέρα του... εκεί επάνω. Έμεινα και κοίταζα για ώρα το σχόλιό του. Τον ένιωθα δικό μας άνθρωπο...

Γι αυτό άφησε το ιστολόγιο ανοιχτό η Αμαλία, για να γράφουν... είναι εδώ γύρω και με αυτό τον τρόπο... είναι τρυφερά κοντά μας και με αυτό τον τρόπο... είναι
«ανοιχτό θέμα» και με αυτό τον τρόπο.





Δεν μπορώ να μην ομολογώ ότι μου λείπει...
Μου λείπει για όλους αυτούς τους λόγους που με έκαναν και την αγάπησα: Γι αυτό που ήταν.

Πιο πολύ από όλα, μου λείπει το χιούμορ της... θεϊκό... και άπαιχτο...

Πριν τέσσερα χρόνια, από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, έγραφε στη Ρούλα:


17/06/05


Τ’ αρχίδια μου επρήξανε στη Δυτική Ελλάδα,

Γι’ αυτό κι εγώ επιάστηκα με μία μαντινάδα:


Για να σου πω τον πόνο μου-να τονε πω σε σένα,

που ’μια σαν τον Ξανθόπουλο σαν φεύγει για τα ξένα.


Που λες εδώ με έχουνε σ’ ένα κρεβάτι πάνω,

μα δίχως άντρα δίμετρο, τι θες να σου το κάνω;


Οι μόνοι άντρες πού ’ρχονται, μου μπήγουνε ενέσεις,

-έτσι κι αλλιώς απ’ ομορφιά, ούτε που να τους χέσεις!


Το μόνο καλό πού ’χουμε: σ’ ένα δωμάτιο μόνες

και παίζουμε κανα χαρτί και με τις νοσοκόμες.


Έτσι που λες περνώ εδώ: χαρτί με τη Γιωργία

Χωρίς τον υπολογιστή, μεγάλη η ανία!


Φέρνει κι η Ευανθία μας βιβλία ένα κάρο,

βγαίνω και στο μπαλκόνι μου, αν θέλω να φουμάρω.


Μόνο που με καθυστερούν είναι που μου τη δίνει

να δεις και τα παπάρια μου: τσουρέκια έχουν γίνει!


Στο πόδι λένε ο νάρθηκας είναι η μόνη λύση

-μωρέ δε βάζουν UHU stick, μήπως και το κολλήσει;


Όσο για το μικρόβιο, του κάνουν εξετάσεις

και άλλες παπαριές πολλές, χρόνο αν θες να χάσεις.


Τώρα όμως εσύ θα πεις: «όλα παίζουνε ρόλο»

μ’ αν με αργούν πολύ θα βγει καρκίνος και στον κώλο!


Ζητούν ακόμα υπομονή λιγάκι παραπάνω

ένα δεκαπενθήμερο -κι έπειτα τηνε κάνω!


Αυτά είναι τα νέα μου ως τώρα, φιλενάδα

-έπος λίγο μικρότερο από την Ιλιάδα.


Ελπίζω να περνάς καλά, όμορφα και ωραία,

να δώσεις τα φιλάκια μου σε όλη την παρέα!



Amal


XXX…







Σα να ακούω τη φωνή της να με δουλεύει... κάπου από κει επάνω...
Την ακούω και δεν τολμώ να συγκινηθώ... δεν μου το επιτρέπει.

Γιατί αυτή ήταν η Αμαλία...

Ήταν ένα κορίτσι με βάθος σκέψης, απόψεις, σαρωτικό χιούμορ, αυτοσαρκασμό... ευθύτητα, ευφυΐα και ειλικρίνεια. Αυτή ήταν…



***Στις φωτογραφίες, η Αμαλία με τη Ρούλα ...

Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Ελένη Λαδιά... Η Χάρις

...

...

Επανέλαβε συλλογισμένος: «Ναι, ίσως έχεις δίκιο. Ίσως το άλλο όνομα της ελευθερίας να είναι μοίρα».

...

«Δεν ξέρω γιατί αναστατώνομαι τόσο» έλεγε η Ελπίδα κλαίγοντας στον ώμο της Χριστίνας όταν πήγαν στο δωμάτιο της πρώτης. «Αναστατώνομαι που βλέπω τον Βασίλη, προπαντός όταν συναντώ το βλέμμα του, βλέμμα αληθινά πληγωμένου αγριμιού».
Η Χριστίνα της χάιδευε το κεφάλι προσπαθώντας να την καθησυχάσει από τα αναπάντεχα αναφιλητά της. «Έλα σε λίγο θα πρέπει να πάμε για το δείπνο, κι όλοι θα αναρωτηθούν βλέποντας τα κοκκινισμένα σου μάτια. Εγώ δεν μπορώ να το εξηγήσω, κι εγώ δεν καταλαβαίνω γιατί αναστατώνεσαι. Για μένα αυτός είναι πολύ αντιπαθητικός τύπος. Κι έχω προσέξει ότι σε αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι. Τι στον κόρακα ζητάς απ’ αυτόν; Μήπως είναι έρωτας;»
[…]

«Αυτό θα ήταν απλό και δεν θα προκαλούσε τόσα δάκρυα. Όχι, δεν είναι έρωτας, δεν ερωτεύθηκα ποτέ εγώ. Όμως πώς να το εξηγήσω… μου θυμίζει το κοριτσάκι μου, πολύ έντονα μάλιστα. Και πράγμα παράξενο. Χριστίνα μου, μου το θυμίζει η οσμή του…»
[…]

«Γι αυτό γυρεύω τρόπους να πλησιάσω κοντά του. πηγαίνω με νοσταλγία να ξαναβρώ κάτι από τη Χάρι…»
[…]


...

...

Όλα είχαν μια στερεότυπη τάξη, μέχρι που τελείωσαν το φαγητό.
Τότε, προτού σηκωθούν από τη θέση τους, ακούστηκε η φωνή του Βασίλη, που τους παρακαλούσε να μείνουν, γιατί είχε να τους διαβάσει ένα κείμενο.
[…]

Προτού όμως αρχίσει την ανάγνωση, προς κατάπληξη όλων, ξέσπασε σε αναφιλητά. Τραυλίζοντας και ζητώντας συγγνώμη, τσαλάκωνε συνεχώς το χαρτί στα χέρια του.
Κανείς δεν μιλούσε, ούτε και έκανε κάποια κίνηση παρηγοριάς. Όλοι παρακολουθούσαν καθηλωμένοι, λες και τους βαλσάμωσε ένα αόρατο ραβδί. Ακόμη και ο Ανδροκλής τον παρακολουθούσε ακίνητος, μολονότι το πρόσωπό του ήταν χαραγμένο από ανείπωτη συμπόνια.
Ο Βασίλης σκούπιζε με το ένα χέρι τα δάκρυα, ενώ με το άλλο έσφιγγε το χαρτί. Όταν τελικώς κατάφερε να ηρεμήσει, με βουρκωμένα ακόμη μάτια και με σπασμένη φωνή άρχισε να διαβάζει. Η πρώτη φράση δεν ακουστικέ καλά, κι ήταν σα να απευθυνόταν στον εαυτό του, παρηγορώντας τον: «Κι εσύ, φίλε μου, τι κλαίς;».
[…]
Έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό, που ανατρίχιασε τους άλλους ομαδικά, και συμπλήρωσε: «Εξομολογούμαι δημοσίως. Αγαπητοί μου, έχετε μπροστά σας έναν δολοφόνο».
Κάθισε συντεταμένος στη θέση του κι έκρυψε με τα χέρια του το πρόσωπό του. λυγμοί τον συντάραξαν και κάλυπταν τον υπόκωφο ήχο της φωνής του. ήταν μια φωνή άσχετη με την κανονική γλυκόφθογγη λαλιά του.
«Είμαι ο δολοφόνος ενός μικρού κοριτσιού, κανένας σας δεν το υποψιάστηκε. Έπνιξα χωρίς λόγο ένα όμορφο παιδί μέσα στο δάσος. Ένα κοριτσάκι με πολύχρωμα φτερά…»
«Τρελάθηκε» φώναξε ο Αργύρης-Συμεών. «Είναι αδύνατον να πνίξει κανείς έναν άγγελο. Μην τον πιστεύετε, είναι μυθομανής και μαζοχιστής».
«Όχι, είμαι ο δολοφόνος του παιδιού. Από δω μέσα το γνωρίζει αυτό μόνο η Αλεξάνδρα, η οποία διάβασε το περιστατικό μου».
«Κανείς δεν ξέρει τι μας περιμένει» απάντησε εκείνη.
[…]


...

...

Ακούστηκαν φωνές από παντού και ανακατεμένοι μονόλογοι που κάλυπταν τις δυνατές ικεσίες του Βασίλη: «Πιστέψτε με, κανείς δεν μπορεί να συγχωρήσει ένα τέτοιο έγκλημα. Δεν σας δικαιολογούμαι, αλλά τότε το σύμπαν ήταν χάρτινο…».
«Τότε ας το κάψει το πυρ!» ούρλιαξε η Χριστίνα. Το πυρ φωτίζει και εξαγνίζει. Ας τα πάρει όλα η φωτιά!»
[…]
«Πιστέψτε με, αγαπητοί μου, σκότωσα το κοριτσάκι με τα πολύχρωμα φτερά. Μέσα στο δάσος, σαν λύκος το αθώο αρνί».
[…]
«Ελπίδα» φώναξε στη φίλη της η Χριστίνα «τον ακούς; Γι αυτό σου μύριζε δάσος! Γι αυτό είχε την οσμή του παιδιού σου!... Ελπίδα, ζεις; Δεν έχεις πνοή; Αλεξάνδρα, μίλησε κι εσύ. Μίλησέ της».
[…]
Ο Βασίλης δίπλα της έκλαιγε: «Πώς θ’ αντέξω τον πόνο του κακού που έκανα; Πώς την πληγή που συνεχώς πυορροεί;»
«Καημένε μου» του φώναξε στοργικά ο Τηλέμαχος, «Ήταν το σύμπαν χάρτινο;»
«Ναι, Τηλέμαχε».
«Τότε και το κοριτσάκι με τα φτερά ήταν χάρτινο. Άρα δεν σκότωσες κανέναν».
Ο Βασίλης τα έχασε προς στιγμήν με το συλλογισμό, αλλά γρήγορα απάντησε: «Έτσι νόμιζα, νόμιζα πως το παιδί ήταν χάρτινο. Γι αυτό έπιασα το λαιμό του, να διαπιστώσω αν ήταν πραγματικό. Εκείνο δεν φώναξε. Έσφιξα περισσότερο τον λαιμό του, ταραζόταν και…».
«Ελπίδα, λιποθύμησες;» φώναξε υστερικά η Χριστίνα. «Ελπίδα, μίλα μου!...»
Της χτύπησε το πρόσωπο και της έκανε μαλάξεις στην καρδιά, ώσπου τη συνέφερε.
«Ω Θεέ μου!» αναστέναξε η Ελπίδα σα να έβγαινε από τα έγκατα της γης, σα να ανασταινόταν. «Τι εφιάλτης είναι αυτός; Ακούστε με προσεκτικά… ακούστε. Είχα ένα κοριτσάκι. Το όνομά του ήταν Χάρις… της άρεσαν τα πολύχρωμα φτερά. Λίγο νερό, παρακαλώ».
[…]
«Γιατί, Βασίλη, σκότωσες τη Χάρι;» ρωτούσες συνεχώς η Ελπίδα με παραλλαγές φωνής. Κι εκείνος την άκουγε και θλιβόταν όπως τότε, μικρός, με το παιδικό ποίημα που αποστήθιζε: «Γιάννη, γιατί έκοψες το δέντρο, γιατί, γιατί; Αέρας θάναι, λέει ο Γιάννης…»

...


...


Η Χάρις, της Ελένης Λαδιά, επανακυκλοφορεί από την Εστία...


...

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Σπουδή στην ασχήμια...






Όσο κλείνουμε τα μάτια στην ασχήμια, δεν θα μπορέσει ποτέ να μπει εντός μας και να κατοικήσει η ομορφιά.*


Τ.





Ο Νίκος ξυπνάει στις 7.30 το πρωί. Είναι δεμένος, με μία λωρίδα άσπρου σεντονιού, από το πόδι στο κρεβάτι. Φοράει ένα λερωμένο φαρδύ κοντό μπλε σκούρο ολόσωμο φορμάκι. Στις 8.00 μπαίνουν στο δωμάτιο δύο νοσοκόμες και μία περιθαλπόμενη του ιδρύματος με νοητική καθυστέρηση που τις βοηθάει στις δουλειές. Η μία νοσοκόμα σπρώχνει ένα σιδερένιο καρότσι στο οποίο επάνω είναι τοποθετημένα μπιμπερό και φάρμακα και κάτω μπάμπερς. Η μία κατευθύνεται στον Νίκο με ένα μπιμπερο γάλα. Τον ταΐζει στο κρεβάτι του, δεμένο. Ο Νίκος πίνει γρήγορα, δίχως να παίρνει ανάσα. Κυλάει γάλα από το στόμα στο λαιμό του. Το φορμάκι του λερώνεται. Στη συνέχεια η νοσοκόμα παίρνει από το καρότσι μια πλαστική σύριγγα που βρίσκεται μέσα σε ένα από τα μπουκάλια με σιρόπι. Χρησιμοποιεί την ίδια για την φαρμακοδοσία όλων των παιδιών. Την γεμίζει και πηγαίνει στο Νίκο. Οι κινήσεις προς το παιδί, είναι απότομες. Πιάνει απότομα και με δύναμη τα μάγουλά του και τα πιέζει. Το παιδί ανοίγει το στόμα με έκφραση οδύνης δίχως να αντιδρά. Του αδειάζει το φάρμακο και φεύγει προς ένα άλλο παιδί. Ο Νίκος μένει λερωμένος από το γάλα που έπεσε επάνω του. Ανοίγει το φερμουάρ από το φορμάκι του και προσπαθεί να βγάλει το πάμπερ του. Κατορθώνει να τραβήξει ένα μέρος και το σκίζει σε κομματάκια. Τα βάζει στο στόμα του. Αρχίζει και τα μασάει. Το στόμα του είναι μπουκωμένο.


H συνέχεια εδώ:
psi-action: Παιδική Κακοποίηση

***Η EUROCHILD και η EURONET συνέταξαν το μανιφέστο "MAKE CHILDREN'S RIGHTS A PRIORITY" το οποίο απευθύνεται σε όλους τους υποψηφίους Ευρωβουλευτές με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσουν ώστε να αναλάβουν δράσεις.
Το πλήρες κείμενο του ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ είναι στην διάθεση όλων των υποψηφίων Ευρωβουλευτών και ελπίζουμε ότι θα ανταποκριθουν σε αυτό.


Το μανιφέστο μπορείτε να διαβάσετε εδώ: QUALITY 4 CHILDREN GREECE




Οι τέσσερεις πρώτες φωτογραφίες είναι του Νίκου Οικονομόπουλου

* Σε ανάμνηση μιας συζήτησης που με ενεργοποίησε σε βάθος. Ευχαριστώ...

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

Σπουδή στην ομορφιά...

...


Διατρέχω αρτηρίες και φλέβες με τη σιωπή
Ονειρεύομαι κοιλάδες νερού και απαλές θαλασσινές κορυφές
Διαβάζω τον χάρτη της εξουσίας των αρωμάτων
Κυτταρική μνήμη
Διαβιβαστές της αιωνιότητας

Πώς θα ζήσουμε;

Πώς θα ζήσουμε χωρίς την ομορφιά;


3η Μαΐου 2009


Τ.

Ο Μάνος Χατζιδάκις για την παράδοση...

Ο Μάνος Χατζιδάκις για την παράδοση...
Ένα κείμενο επίκαιρο, αντίδοτο στην βλακεία που διεκδικεί εύσημα πατριωτισμού... με ένα "κλικ" στην εικόνα διαβάστε το...

Μάθε πόσο μετράει η υπογραφή σου...