Για το nyxterino, όλες οι δροσιές του Μάρτη...
Αχ,ο Μάρτης ο Ανοιξιάτης, ο Κλαψομάρτης, ο Πεντάγνωμος, ο Φυτευτής, ο Βαγγελιώτης…
Ο που ‘χει κόρη ακριβή
του Μάρτη ο ήλιος μη την δει
Ο Μάρτης Γδάρτης ψυχών και σωμάτων…
Σαρακοστή της μετάνοιας μα και Αναστάσιμη Άνοιξη…
Τσουχτερό κρύο και λαμπρή ηλιοφάνεια.
Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης.
Από Μάρτη καλοκαίρι και από Αύγουστο χειμώνα.
Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;
Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα χαράστονε το γεωργό
που έχει πολλά σπαρμένα.
Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, εφτά φορές μας χιόνισε
και πάλι το μετάνιωσε γιατί δεν ξαναχιόνισε.
Μάρτης…δίψυχος και δίγνωμος και διπλοπαντρεμένος…
Η μια γυναίκα του είναι όμορφη και φτωχιά, η άλλη άσχημη και πλούσια.
Δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς…ούτε για τον Μάρτη…
Ο τρομερός μήνα Martius, αφιερωμένος από τους Ρωμαίους στον Άρη (Mars), τον θεό του πολέμου.
Πρώτος μήνας του χρόνου για τους Βυζαντινούς, αρχή Καλοκαιριού και μήνας… γενεθλίων…
Έχασα τον λογαριασμό… αλλά μάλλον… 47!!! Καλά είναι, λέω να τ’ αφήσω δυο τρία χρόνια εκεί…
Η «ιστορία» του μήνα γνωστή… και ο Μάρτης, μην τον λυπάστε, κοιμάται στ’ ανάμεσο δυο γυναικών και… μας κάνει και τον δύσκολο…
Κάποτε στρίβαμε λινές κλωστές, μια άσπρη και μια κόκκινη, «Μάρτη» τις λέγαμε, τις φοράγαμε στον καρπό ή και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, για να μη μας κάψει ο ήλιος…
Κάποτε οι κοπελιές στέλνανε ένα «Μάρτη» στον αρμαστό-τον αρρεβωνιάρη-ακόμη και με γράμματα.
Αυτό που μου άρεσε, όταν φτιάχνανε το «Μάρτη», ήταν που, πριν φορεθεί, τον κρέμαγαν στα κλαδιά της τριανταφυλλιάς κι εκεί τον άφηναν όλη τη νύχτα για να «τον δούνε τα άστρα»…
Τον φορούσαν στο χέρι τους ως τη νύχτα της Ανάστασης και τον έκαιγαν μαζί με την λαμπάδα.
Η συνήθεια είναι τόσο παλιά, που την αναφέρει και ο Χρυσόστομος. Είναι πολύ πιθανό να συσχετίζεται με την κρόκη-το υφάδι- τη οποία έδεναν οι μύστες των Ελευσινίων στο δεξί χέρι και το αριστερό πόδι…
Ο Χριστιανισμός, μπορεί να σάρωσε εύκολα τους αρχαίους θεούς, αλλά την λαϊκή πίστη, τις μικρές θεότητες, τα πλάσματα της φαντασίας δεν το κατάφερε ποτέ, για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν βαθειά ριζωμένες στις ψυχές και τις ζωές των ανθρώπων.
Τα χλωρά κλαδιά και οι δροσιές του Μάρτη, τα «χελιδονίσματα»… σαν μαγικά ομόρφαιναν τις ζωές κάποτε.
Τα παιδιά, γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι με ένα ομοίωμα χελιδονιού και τραγουδούσαν…
Οι γυναίκες έρχονταν στα χωράφια και νίβονταν με την πρωινή δροσιά του κριθαριού…
Άλλες ράντιζαν το σπίτι και τους αγαπημένους τους με το αμίλητο νερό κι ένα δροσερό κλωνάρι…
Έτσι έμπαινε η δροσιά στα σπίτια και στα πρόσωπα…
Έτσι προμάντευαν υγεία κι ευτυχία για τον υπόλοιπο χρόνο…
Ήρθε ήρθε χελιδόνα
ήρθε κι άλλη μελιδόνα
κάθισε και λάλησε
και γλυκά κελάδησε.
Μάρτη Μάρτη μου καλέ,
και Φλεβάρη φοβερέ
κι αν φλεγίσεις κι αν τσικνίσεις
καλοκαίρι θα μυρίσεις
Κι αν χιονίσεις, κι αν κακίσεις,
πάλι άνοιξη θ’ ανθίσεις.
Θάλασσαν επέρασα, τη στεριάν δεν ξέχασα
κύματα κι αν έσχισα, έσπειρα κονόμησα.
Έφυγα κι αφήκα σύκα και σταυρόν και θημωνίτσα.
Κι ήρθα τώρα κι ηύρα φύτρα
κι ηύρα χόρτα, σπάρτα βλήτρα
βλήτρα, βλήτρα, φύτρα, φύτρα.
***Λούζεται η Αγάπη μου...
Κύρια Πηγή: Ελληνικές Γιορτές, Γ. Α. Μέγας, Εστία 2001.
Τα κεντήματα είναι από τις εκθέσεις του Μουσείου Μπενάκη.