-Εδώ είσαι;
-Τι θέλεις;
-Λες να έρχεται η Άνοιξη;
-Λέω. Έρχεται… Ήρθε.
Απ’ την αλλεργία την καταλαβαίνω την Άνοιξη.
Όταν είναι πολύ κοντά… που κοκκινίζουν και πρήζονται τα χέρια μου, κοκκινίζουν τα μάτια μου και η δύσπνοια μου κόβει τον ύπνο στα τέσσερα.
-Εγώ πάλι από την θλίψη.
Κάθε φορά που είναι Άνοιξη συνειδητοποιώ τις απώλειές μου.
Τις μετράω το Δεκέμβρη και τις συνειδητοποιώ το Μάρτη.
-Το Μάρτη; Αργείς…
-Ναι, το Μάρτη. Τότε που θέλεις να χαρίσεις ένα λουλούδι κι έχεις μόνο τάφους για να το ακουμπήσεις…
Τότε που λαχταράς ή θυμάσαι έναν βραδινό περίπατο αλλά καταλήγεις με άδεια βήματα.
Τότε που η νύχτα σε υποδέχεται φορώντας τον άγριο μανδύα του αδιέξοδου, ενώ έξω από το παράθυρο σε κοιτάζουν ειρωνικά όλα σου τα "θέλω".
-Άστα… πάω για τσιγάρο.
-Δεν το έκοψες;
-Έκοψα να το καπνίζω… όχι να το θέλω.
Ελένη Λ.