-Α πα πα πα πα... Σε καλό σου παιδάκι μου, μ’ έσκασες…
Έλεγε η γιαγιά μου μέσα απ’ τα χασμουρητά της, κι έφτυνε τρεις φορές, σαν με ξεμάτιαζε.
Η γιαγιά η άλλη, η χαλασμένη, που τη λέγαμε, γιατί είχε ποδάγρα κι έσερνε η κακομοίρα τα βήματα της μαζί με τις ξεχειλωμένες παντόφλες της.
Πώς τη θυμήθηκα απόψε;
Ήταν που με πήρες τηλέφωνο να σε ξεματιάσω.
-Θα με γλωσσοτρώνε, είπες.
Και πράγματι.
Άρχισα να σε σταυρώνω και μ’ έπιασε το στομάχι μου. Ένα βάρος μου κατέκλυσε την ψυχή. Ένας κόμπος πάλευε να βγει αναμοχλεύοντάς με.
-Πάω να ξαπλώσω, είπες. Κι εγώ προσπαθούσα να σε πείσω να μην πας.
Λίγο για να συνεχίσω να σ’ ακούω και λίγο γιατί, κατά πως λέγαν οι παλιές, δεν πρέπει να κοιμηθείς με μάτι. Θα ξυπνήσεις άρρωστος.
Το ξεμάτιασμα, μου το έμαθε ο παππούς ο Χρήστος. Τηρώντας όλες τις δεισιδαιμονικές προϋποθέσεις για να «πιάνει». Μου το είπε Μ. Παρασκευή, άντρας-εκείνος- προς γυναίκα-εμένα. Τι γυναίκα δηλαδή… θα ‘μουν δε θα ‘μουν οκτώ χρονών. Επέμενα όμως τόσο πολύ να μου το πει. Νόμιζα έτσι πως θα έμπαινα σε μια γνώση που είχαν οι μεγάλοι και χαιρόμουν.
-Θα πρέπει όμως να είσαι σοβαρή από δω και πέρα, είπε. Δεν πρέπει να το πεις κάπου που δεν θα κάνει, σε κάποιον που θα κοροϊδέψει ή που δεν θα έχει ηλικία σωστή.
-Τι ηλικία;
-Ε, να έχει πάει φαντάρος ο άντρας. Στη γυναίκα και πιο μικρή να είναι δεν πειράζει. Αρκεί να είναι σοβαρή. Να μην το λέει από δω κι από κει.
Έτσι και έκανα λοιπόν, ως σήμερα, που το είπα σ’ εσένα.
Κι εσύ δεν ήσουν το «από δω κι από κει» φυσικά. Μόνο αυτό δεν ήσουν.
Ο πειρατής των κερδισμένων ονείρων… έτσι σε έλεγα
Όταν μπαρκάριζες με τα γκαζάδικα για τους ωκεανούς που σε ήξεραν, ή όταν μου έφτιαχνες καφέ με κουλουράκια, ή όταν με βοηθούσες στις δουλειές… όλα ήταν σαν σε όνειρο.
Πιο ονειρεμένο απ’ όλα ήταν όταν μου ψιθύριζες λόγια στ’ αυτί.
Σκέψεις και λέξεις κατάδικές σου…
Τραγούδια παλιά…
Το ρήμα «βασκαίνω» είναι αρχαιοελληνικό, λεν οι πηγές, μιλούν γι αυτό και ο Δημόκριτος, ο Πλούταρχος, ο Αριστοτέλης και ο Αισχύνης. Σήμαινε, αρχικά, το φθόνο, την κακολογιά, την καταλαλιά, την συκοφαντία. Αργότερα πήρε τη σημασία του κακού που προκαλείται από τον «βάσκανο οφθαλμό» ο οποίος μπορεί να προκαλέσει κακό σε κάθε έμψυχο και άψυχο.
Αξιοσημείωτο είναι το πόσο απαράλλακτες μεταφέρθηκαν οι δοξασίες των αρχαίων προγόνων ως τις ημέρες μας. Το «οφθαλμίζειν», και «εποφθαλμίζειν» σήμαιναν ακριβώς ό,τι εννοούμε σήμερα λέγοντας «ματιάζω». Το ματιάστηκε μόνος του, το μη λες μεγάλο λόγο, το είπε ο Σωκράτης στον Φαίδωνα του Πλάτωνα, «μη μέγα λέγε, μη τις βασκανία περιτρέψη τον λόγον τον μέλλοντα». Το «χτύπα ξύλο» αντιστοιχεί στο «άπτεσθαι ξύλου». Επίσης έχει διατηρηθεί από την αρχαιότητα το «φτύσε τον κόρφο σου», ή το φτύνω τρεις φορές για να μην σε ματιάξω. Ο Θεόκριτος αναφέρει: «ως μη βασκαθώ δε τρις εις εμόν έπτυσα κόλπον». Ο Αριστοτέλης: «εμπτύει αυτοίς ως μη βασκανθώσιν».
Ο Χριστιανισμός, ενώ εχθρεύεται τις μαγείες και τις ξεματιάστρες, έχει ειδική ευχή κατά της βασκανίας. Θα την βρεις στο «Μικρό Ευχολόγιο» στη σελίδα 436.
Όπλο βέβαια του Χριστιανού είναι ο Σταυρός. Αφού αίτιος του κακού είναι ο Διάβολος που μόνο ο «Ιησούς Χριστός νικά…».
Ματόχαντρα, σκόρδα, παντός είδους φυλαχτά ειδωλολατρικής προέλευσης έχουν, κατά την πίστη και την διδασκαλία των Πατέρων, το αντίθετο αποτέλεσμα. Έλκουν, αντί να απωθούν το κακό. Τώρα γιατί ακόμη και στα μοναστήρια ή κυρίως σ’ αυτά συνδυάζουν ματόχαντρα με σταυρούς και κομποσκοίνια… ε, δι εμπορικούς και μόνον λόγους τέκνον μου.
«Που κακό μάτι να μην σέ ‘βρει.», λένε ακόμη οι μεγάλες γυναίκες. Κι αυτό το «που» ακούγεται σαν «φτου». Αφού βασική πράξη στο ξεμάτιασμα είναι το φτύσιμο, το ξόρκισμα του κακού. Πράξη που έλκει μεν την καταγωγή της στην αρχαιότητα, διατηρεί δε την δυναμική και τον συμβολισμό της απαξίωσης και της άρνησης στο εισαγωγικό μυστήριο του Χριστιανικού βαπτίσματος ως απόταξη και άρνηση του Σατανά.
Τώρα γιατί όταν βλέπουμε κάτι όμορφο το φτύνουμε για να μη το ματιάσουμε;
Ε, αυτή είναι η βλακεία μας. Δεν μπορεί να φτύσει ο Διάβολος το ωραίο και βάζει εμάς να το κάνουμε… Φτύνουμε τους άλλους ή και τον κόρφο μας, ενώ θα έπρεπε να ευ-λογούμε. Να έχουμε έναν καλό λόγο γι αυτά. Να τα δοξάζουμε «προς δόξαν Θεού»…
Δεν είμαστε ανόητοι;
Το κακό μάτι, εχθρεύεται κυρίως την ομορφιά, το καλό και τη νιότη. Έτσι και με σένα. Αυτή σου την αιώνια εφηβεία, την βαθύτατη ωραιότητα, την αυτάρκεια… αυτά φθονούν. Τη ροπή προς το καλό, τη συγγένεια με το κάλλος και την ουσία των πραγμάτων. Το παράστημα αρχαίου θεού, σε διακοπές.
Η δύναμη του οφθαλμού έχει βαθύτατο συμβολισμό τόσο στην αρχαιότητα όσο και στις σημερινές θρησκείες. Το μάτι του Όρου, το μάτι του Θεού των Ινδιάνων αλλά και του Παντεπόπτη Πατέρα στους τρούλους των Χριστιανικών ναών είναι μόνο μερικές περιπτώσεις.
Οι λαοί της Ανατολής, απέδιδαν τη βασκανία και στα ανοιχτόχρωμα μάτια, ίσως γιατί σπανίζουν σ’ αυτούς τους τόπους και φαίνονται παράξενα και διαφορετικά. Γι αυτό το λόγο επικράτησε τόσο πολύ το «μάτι» -το μπλε ματόχαντρο δηλαδή- κατά προτίμηση, ως το πιο γνωστό φυλαχτό κατά της βασκανίας.
Ποια έχει μπλε μάτια, θα μου πεις; Γιατί γυναίκα σε μάτιασε, είμαι βέβαιη. Κανονικά θα έπρεπε να… ζηλεύω. Λες να σε θαύμασε ή σε κακολόγησε; Πάντως σε έφαγε βρε παιδί μου. Σε σταυρώνω τόση ώρα και νομίζω ότι θα ξεκολλήσει το σαγόνι μου από το χασμουρητό.
Κουνήσου απ’ τη θέση σου… που λεν κι οι ξεματιάστρες. Για έναν πολύ απλό λόγο που οι ίδιες αγνοούν. Διότι αυτή η κίνηση μεταβάλει το κέντρο κατεύθυνσης της ενέργειας ενώ παράλληλα σε αναγκάζει να αντιδράσεις και να ενεργοποιηθείς. Αν φυσικά ενεργοποιήσεις και τις πνευματικές σου δυνάμεις και αν αναζητήσεις την βοήθεια εκεί που πρέπει, τότε θα έχεις αποτέλεσμα… λέω εγώ.
Ο μεγάλος ρήτορας της Αντιόχειας, ο Λιβάνιος, ο οποίος αναφέρει πολλά περί μαγείας στην αυτοβιογραφία του, λέει ανάμεσα σε άλλα: «γνώριζα πως κάποιο κακό μάτι θα κάρφωνε το βλέμμα του στους γιούς σου. Από την φύση του το κακό μάτι καρφώνει όποιον επαινούν οι άλλοι.....ο δαίμονας του φθόνου δεν μπορούσε όμως να ανεχθεί αυτούς τους επαίνους...»
Αλήθεια, μπας και σε είδε κανένα τέτοιο μάτι ή η «μαύρη αύρα» έρχεται από μακριά όπως λες; Πάντως το ότι σε επαινούν πολλοί, σε εκτιμούν και σε θαυμάζουν, ε, κάνει τους φθονερούς να σκάνε.
Πιστεύεται ότι το κακό μάτι, η βασκανία, είναι αποτέλεσμα κακόβουλης ή και απλώς ζωώδους μαγνητικής επιδράσεως η οποία είναι αρκετά ισχυρή σε μερικά άτομα. Με άλλα λόγια η βασκανία δεν είναι τίποτε περισσότερο από την ασυνείδητη εκπομπή σε μεγάλη ένταση χαμηλού μαγνητικού δυναμισμού.
Από Ψυχολογική άποψη, το φαινόμενο της βασκανίας, αποδίδεται σε αυθυποβολή και τις περισσότερες φορές προκαλείται από έμμονη φοβία. Αυτό που λένε: «Αν το πιστεύεις το μάτι, σε πιάνει.».
Η άποψη της Φυσικής υποστηρίζει ότι τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα που εκπέμπει ο άνθρωπος με τα μάτια του ευθύνονται για όλα αυτά, καθώς μ' αυτόν τον τρόπο καταστρέφει το υποκείμενο ή το αντικείμενο που θαυμάζει ή φθονεί.
Γύρω από κάθε άνθρωπο υπάρχει ένα ενεργειακό πεδίο το οποίο αλληλεπιδρά αναλόγως με το περιβάλλον και τις καταστάσεις και επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, όπως η υγεία, η διάθεση, η σκέψη μας και άλλα.
Επομένως η βασκανία, με όρους φυσικής, είναι η επίδραση των εκπομπών του βάσκανου στο ενεργειακό πεδίο του… θύματος.
Ό,τι και να είναι όμως το μάτι…
Εγώ… θα σε ξεματιάσω.
Με τα μυστικά λόγια του παππού μου προς το Χριστό…
Χωρίς να ζητώ τίποτε άλλο, μόνο να σ’ έχει καλά.
Ελένη Λ.