Οι προτάσεις αυτές έγιναν δεκτές τόσο από την Επιτροπή Θέσεων όσο και από το Συνέδριο. Με αφορμή το κείμενό μου κατέθεσε πρόταση και ο σ. Στρατής Ψάλτου για την κατάργηση του αρ. 3 του Συντάγματος και την εναλλακτική μισθοδοσία του κλήρου. Το τελικό κείμενο που συνυπέγραψε μαζί μας και ο σ. Δημήτρης Αθηνάκης θα αποτελέσει μέρος των θέσεων του κόμματος.
Θεωρώ ότι η στιγμή για μια τέτοια πρόταση είναι εξαιρετικά ώριμη και μπορεί να γίνει αποδεκτή από την κοινωνία και την πολιτεία που είναι και το ζητούμενο.
Φυσικά το κείμενο δεν μιλά μόνο για την Εκκλησία της Ελλάδος και τους Ορθόδοξους Χριστιανούς. Μιλά για όλες τις αναγνωρισμένες Θρησκείες και Εκκλησίες.
Ο δρόμος είναι μακρύς για την οριστική λύση του ζητήματος. Ωστόσο έγινε μια αρχή.
Δεν σας κρύβω πως είναι μεγάλη η ικανοποίησή μου για την υποδοχή που έτυχε το κείμενο από τους Συνέδρους, διότι έγινε κατανοητό από τους περισσότερους ότι οι θέσεις αυτές ευνοούν πρώτα και κύρια την Εκκλησία, την ανάγκη αποδέσμευσής της από το κράτος αλλά και την επιτακτική ανάγκη εξόδου των ιερέων της από την δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία και τακτική.
Οι θέσεις αυτές δεν είναι Θεολογικές ή Θρησκευτικές αλλά πολιτικές, ορμώνται όμως από την πίστη και εδράζονται στην Θεολογική γνώση. Είναι αυτό που, κατά την άποψή μου, οφείλει να ξεκινήσει η πολιτεία και να επεξεργαστεί με τον καλύτερο τρόπο η Εκκλησία σε βάθος χρόνου.
Ευχαριστώ θερμά όλους τους συντρόφους που στήριξαν την πρότασή μου και ιδιαιτέρα τον Πρόεδρο του κόμματος τον σ. Φώτη Κουβέλη για την θετική στάση και γενναιοδωρία του.
ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ & ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ.
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Οι παρακάτω θέσεις δεν έχουν σκοπό να θίξουν ή να εμποδίσουν την λειτουργία οποιουδήποτε Θρησκεύματος ή Εκκλησίας που νόμιμα αναγνωρίζεται στην Ελλάδα, αλλά να συμβάλλουν στην διαδικασία χωρισμού Κράτους – Εκκλησίας και στην ορθή λειτουργία των σχέσεών τους.
Στα αμέσως επόμενα χρόνια θα πρέπει να δρομολογηθεί ο ουσιαστικός διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους τόσο από την πλευρά του Κράτους όσο και από τις Εκκλησίες και τις Θρησκείες. Ο διαχωρισμός αυτός δεν μπορεί να είναι ούτε σύνθημα ούτε ευχολόγιο και απαιτεί νομοθετικές ρυθμίσεις και πολιτική βούληση για αλλαγές που θα πραγματοποιηθούν σε βάθος χρόνου.
Ο πλήρης διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας αποτελεί και την οριστική λύση όλων αυτών των ζητημάτων που εδώ θα αναφέρουμε.
- Δεν νοείται καμία Εκκλησία ή Θρησκεία ή Θρησκευτική Κοινότητα να είναι Ν.Π.Δ.Δ. (π.χ. Εκκλησία της Ελλάδος & Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο) Προτείνουμε την λειτουργία των Εκκλησιών και των αναγνωρισμένων Θρησκευμάτων ως Ν.Π.Ι.Δ Εκκλησιαστικού Τύπου - sui generis.
Δεν νοείται η πολιτεία να έχει ανάμειξη στην λειτουργία των Εκκλησιών και Θρησκειών (π.χ. εκλογή των Θρησκευτικών ηγετών, σύνταξη και έλεγχος στην εφαρμογή των καταστατικών αρχών λειτουργίας τους, παρέμβαση στην διοικητική τους αυτοτέλεια).
Επίσης σε ένα πολιτικό και όχι Θεοκρατικό καθεστώς, δεν νοείται οι Θρησκευτικοί ηγέτες να ασκούν καθήκοντα και αρμοδιότητες της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας (π.χ. Εφαρμογή της Σαρίας για τους Μουσουλμάνους της Θράκης).
Η συμμετοχή Εκκλησίας σε όργανα και επιτροπές Υπουργείων, πλην αυτών που οι Εκκλησίες θα συμμετέχουν ισότιμα ως Κοινωνικοί Εταίροι, δεν νοείται.
Κάθε Εκκλησία και Θρησκεία ή μέλος τους σαφώς έχει δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα άποψη για οποιοδήποτε θέμα πάντα στο πλαίσιο της Συνταγματικής νομιμότητας και των Συνταγματικών ελευθεριών.
Η Θρησκευτική ελευθερία είναι ανθρώπινο δικαίωμα το οποίο απορρέει από την αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας και προστατεύεται από το Σύνταγμα της χώρας.
Η Δημοκρατική Αριστερά θεωρεί ότι η Θρησκεία είναι μέρος του πολιτισμού κάθε λαού και ως τέτοια πρέπει να είναι απόλυτα σεβαστή με την προϋπόθεση ότι οι λειτουργίες της δεν παραβιάζουν την νομιμότητα και τις δημοκρατικές αρχές της συντεταγμένης ελληνικής πολιτείας.
Ως εκ τούτου οι Θρησκευτικοί ηγέτες κάθε νόμιμης Εκκλησίας ή Θρησκείας δεν μπορούν να θεωρούνται εθνικοί ηγέτες και δεν νομιμοποιούνται να αποφασίζουν για ζητήματα που είναι της αρμοδιότητας του Κράτους. Επίσης το Κράτος θα πρέπει να περιορίζει την παρέμβασή του στα εσωτερικά των Εκκλησιών και των Θρησκειών μόνο σε ζητήματα που αφορούν στην προστασία της νομιμότητας.
- Το Κράτος οφείλει να υπερασπίζεται το δικαίωμα άσκησης των Θρησκευτικών καθηκόντων και των Ελλήνων που ζουν στην Τουρκία. Το ζήτημα αυτό εμπίπτει στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων. Η εξομάλυνση στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας έχει ως προϋπόθεση την ομαλοποίηση των σχέσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και την εξασφάλιση των Θρησκευτικών ελευθεριών των Ελλήνων της γείτονος.
- Η Δημοκρατική Αριστερά θεωρεί ότι είναι σύμφωνη με το πνεύμα των περισσοτέρων Εκκλησιών και Θρησκειών η θέση της για την πλήρη κατάργηση του Θρησκευτικού όρκου από την πολιτική, διοικητική και δικαστική ζωή της χώρας και την αντικατάστασή του με Λογοδοσία στην «Τιμή και την Συνείδηση» και την υποχρέωση της διαφύλαξης του Συντάγματος και την υπακοή στους Νόμους του Κράτους.
- Η φορολόγηση της Εκκλησιαστικής και Μοναστηριακής περιουσίας καθώς και της περιουσίας των Πατριαρχείων και όλων των Εκκλησιών και Θρησκειών είναι υποχρέωση του Κράτους και δεν νοείται σε αυτήν καμία εξαίρεση και απαλλαγή.
Για τις Εκκλησίες και τις Θρησκείες που ασκούν φιλανθρωπικό έργο, με ίδιες δαπάνες και όχι με κρατική επιχορήγηση, θα πρέπει να συνταχθεί ειδικό φορολογικό καθεστώς απαλλαγών ανάλογο με το ύψος του έργου.
- Η μισθοδοσία των ιερέων καμίας Εκκλησίας δεν μπορεί να βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό. Ως εκ τούτου επιβάλλεται σταδιακή κατάργηση αυτής της σχέσης Κράτους - Εκκλησίας της Ελλάδος με δικαιοσύνη και αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Η Δημοκρατική Αριστερά αναγνωρίζει την συμβολή της Εκκλησίας της Ελλάδος στην θεμελίωση του Ελληνικού Κράτους, θεωρεί όμως ότι το κράτος ανταπέδωσε στο έπακρο την οικονομική οφειλή και δεν δύναται πλέον να επωμίζεται το δυσβάσταχτο αυτό βάρος.
- Η άδεια ανέγερσης χώρων λατρείας όλων των Θρησκειών είναι ζήτημα του Κράτους και πρέπει να διέπεται από τις αρχές της ισονομίας και να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη ανέγερση τους για την άσκηση της λατρείας των πιστών τους.
- Η διδασκαλία του Θρησκευτικού μαθήματος αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της πολιτείας δια του Υπουργείου Παιδείας δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Χρειάζεται εκ βάθρων αναθεώρηση τόσο των αναλυτικών προγραμμάτων όσο και των σχολικών εγχειριδίων του μαθήματος το οποίο θα διδάσκουν αποκλειστικά Θεολόγοι απόφοιτοι των Πανεπιστημιακών Σχολών της χώρας ή ισότιμων του εξωτερικού.
- Το Θρησκευτικό μάθημα στην Α/βάθμια & Β/βάθμια εκπαίδευση, απαλλαγμένο από τον ως τώρα κατηχητικό του ρόλο, είναι σε θέση να συμβάλλει στην διαμόρφωση ηθικού και αξιακού κώδικα, να δώσει απαντήσεις στις πνευματικές αναζητήσεις των νέων αλλά και να βοηθήσει στην γνώση, την κατανόηση και την αποδοχή του διαφορετικού και την περιφρούρηση της πνευματικής ταυτότητας όλων μέσα σε μια πλουραλιστική κοινωνία ανθρώπων και όχι πιστών ή απίστων, Χριστιανών ή αλλοθρήσκων.
- Δεν νοείται κανενός είδους Προσευχή και υποχρεωτικός Εκκλησιασμός τόσο στην Εκπαίδευση όσο και στο Στράτευμα. Παρόλα αυτά θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ελεύθερη άσκηση των Θρησκευτικών καθηκόντων των στρατευμένων.
- Τα θρησκευτικά σύμβολα έχουν θέση στις σχολικές αίθουσες ως μέρος της διδασκαλίας και μόνον.
- Όλες οι υποθέσεις των Θρησκευμάτων και των Εκκλησιών, εκτός από αυτές που προαναφέραμε και αφορούν στην Παιδεία και τις Διεθνείς Σχέσεις, πρέπει να ενταχθούν στο Υπουργείο Εσωτερικών και να αντιμετωπίζονται ισότιμα.
Δεν νοείται την σήμερον ημέρα Θρησκεύματα ή Ομολογίες ή Εκκλησίες με ρίζες αιώνων στην ελληνική κοινωνία (π.χ. Καθολική Εκκλησία της Ελλάδος) να ανήκουν στο Υπουργείο Εξωτερικών ως ξένα Θρησκεύματα.
Ελένη Λιντζαροπούλου